in·die [ˈɪndi] ΕΠΊΘ αμετάβλ
indie συντομογραφία: independent film, industry, music
- indie
- Indie-
I. in·de·pend·ent [ˌɪndɪˈpendənt] ΕΠΊΘ
1. independent αμετάβλ (autonomous, self-governing):
2. independent of +δοτ:
3. independent (unassisted):
4. independent (separate, unconnected):
5. independent ΑΥΤΟΚ:
6. independent ΓΛΩΣΣ:
II. in·de·pend·ent [ˌɪndɪˈpendənt] ΟΥΣ
1. independent ΠΟΛΙΤ:
2. independent ΕΜΠΌΡ:
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.