I. drip·ping [ˈdrɪpɪŋ] ΕΠΊΘ αμετάβλ
2. dripping (extremely wet):
II. drip·ping [ˈdrɪpɪŋ] ΕΠΊΡΡ
III. drip·ping [ˈdrɪpɪŋ] ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.