στο λεξικό PONS
I. in·cen·tive [ɪnˈsentɪv, αμερικ -t̬ɪv] ΟΥΣ (motivation)
II. in·cen·tive [ɪnˈsentɪv, αμερικ -t̬ɪv] ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ
I. de·vel·op·ment [dɪˈveləpmənt] ΟΥΣ
1. development no pl:
2. development (new event):
4. development ΜΟΥΣ:
- development of a theme
-
- development of a theme
-
5. development ΣΚΆΚΙ (moving):
II. de·vel·op·ment [dɪˈveləpmənt] ΟΥΣ modifier
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
development incentive ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
development ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
-
- Erschließung θηλ
-
- Förderung θηλ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
development ΟΥΣ ΟΙΚΟΛ, ΟΙΚΟΝ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.