στο λεξικό PONS
-
- Wohnungsbau αρσ <-(e)s> kein pl
-
- Wohnungsbau αρσ <-(e)s> kein pl
-
- Wohnungsbau αρσ <-(e)s> kein pl
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Wohnungsbau ΟΥΣ αρσ ΑΚΊΝ
- Wohnungsbau
-
- Wohnungsbau
-
-
- Wohnungsbau αρσ
-
- Wohnungsbau αρσ
Γλωσσάρι «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων (OFAJ)
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.