Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
shaky [βρετ ˈʃeɪki, αμερικ ˈʃeɪki] ΕΠΊΘ
1. shaky (liable to shake):
2. shaky (liable to founder) μτφ:
3. shaky (uncertain) μτφ:
- shaky start
-
στο λεξικό PONS
shaky <-ier, -iest> ΕΠΊΘ
1. shaky (jerky):
shaky <-ier, -iest> ΕΠΊΘ
1. shaky (trembling, not smooth):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.