Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. overall ΟΥΣ [βρετ ˈəʊvərɔːl, αμερικ ˈoʊvəˌrɔl] βρετ
II. overalls ΟΥΣ
overalls ουσ πλ:
- overalls βρετ
- combinaison θηλ
- overalls αμερικ
- salopette θηλ
III. overall ΕΠΊΘ [βρετ ˈəʊvərɔːl, αμερικ ˈoʊvəˌrɔl]
-
- overalls πλ αμερικ
-
- overalls πλ
-
- overalls πλ βρετ
στο λεξικό PONS
I. overall ΟΥΣ
II. overall ΕΠΊΘ
III. overall ΕΠΊΡΡ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.