Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. imitation [βρετ ɪmɪˈteɪʃ(ə)n, αμερικ ˌɪməˈteɪʃ(ə)n] ΟΥΣ (all contexts)
II. imitation [βρετ ɪmɪˈteɪʃ(ə)n, αμερικ ˌɪməˈteɪʃ(ə)n] ΕΠΊΘ
imitation plant, snow:
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.