Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. leather [βρετ ˈlɛðə, αμερικ ˈlɛðər] ΟΥΣ
III. leather [βρετ ˈlɛðə, αμερικ ˈlɛðər] ΡΉΜΑ μεταβ οικ
leather person:
- leather
-
IV. leather [βρετ ˈlɛðə, αμερικ ˈlɛðər]
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.