Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: neben , Neger , nennen , nerven και Nenner

Neger(in) <-s, -> [ˈneːgɐ] SUBST αρσ(θηλ) μειωτ

μαύρος αρσ (μαύρη) θηλ

II . nennen <nennt, nannte, genannt> [ˈnɛnən] VERB αυτοπ ρήμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский