Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: freudig , Fremdling , freveln , fressen και freuen

I . freudig [ˈfrɔɪdɪç] ΕΠΊΘ

II . freudig [ˈfrɔɪdɪç] ΕΠΊΡΡ (bereitwillig)

freveln VERB αμετάβ τυπικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский