Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: entsteinen , entbeinen , scheinen και entminen

entminen* ΡΉΜΑ μεταβ

I . scheinen <schien, geschienen> [ˈʃaɪnən] ΡΉΜΑ αμετάβ

II . scheinen <schien, geschienen> [ˈʃaɪnən] ΡΉΜΑ αμετάβ απρόσ

2. scheinen νοτιογερμ, CH οικ (anscheinend):

entbeinen* ΡΉΜΑ μεταβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina