Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: offense , office και offensé

offense [ɔfɑ͂s] ΟΥΣ θηλ

ιδιωτισμοί:

I . offensé(e) [ɔfɑ͂se] ΕΠΊΘ

II . offensé(e) [ɔfɑ͂se] ΟΥΣ αρσ(θηλ)

Beleidigte(r) θηλ(αρσ)

office [ɔfis] ΟΥΣ αρσ

3. office (fonction, charge):

Amt ουδ

4. office (pièce):

Anrichteraum αρσ απαρχ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina