Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: permis , persan και perme

perme [pɛʀm] ΟΥΣ θηλ οικ

perme συντομογραφία: permission

Erlaubnis θηλ
Okay ουδ οικ

Βλέπε και: permission

permission [pɛʀmisjɔ͂] ΟΥΣ θηλ

2. permission ΣΤΡΑΤ:

Urlaub αρσ

II . permission [pɛʀmisjɔ͂]

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina