στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. affermativo [affermaˈtivo] ΕΠΊΘ
1. affermativo parola, risposta, segno, tono:
2. affermativo ΓΛΩΣΣ:
II. affermativo [affermaˈtivo] ΕΠΊΡΡ
-
- affirmative αμερικ
στο λεξικό PONS
affermativo (-a) [af·fer·ma·ˈti:·vo] ΕΠΊΘ
- affermativo (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.