στο λεξικό PONS
Ob·li·ga·ti·on <-, -en> [obligaˈtsi̯o:n] ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Obligation ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Zinssatz bei Obligationen phrase ΧΡΗΜΑΤΑΓ
ECU-Obligation ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Obligation Event ΟΥΣ αρσ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.