στο λεξικό PONS
ECU [ˈekju:, ˈeɪkju:, αμερικ ˈeɪku:] ΟΥΣ
ECU ακρώνυμο: European Currency unit
- ECU
- ECU αρσ o θηλ
Euro·pean ˈcur·ren·cy unit ΟΥΣ, ECU ΟΥΣ
ECU
- ECU (abbreviation for "electronic control unit") ΤΕΧΝΟΛ
-
- Ecu
- ECU
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
ECU ΟΥΣ
ECU συντομογραφία: European Currency Unit ΧΡΗΜΑΤΑΓ
European Currency Unit ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
ECU bond ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- ECU bond
- ECU-Schuldverschreibung θηλ
- ECU bond
- ECU-Obligation θηλ
STOXX/ECU stock index ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.