στο λεξικό PONS
Brot·auf·strich <-(e)s, -e> ΟΥΣ αρσ
Rest·auf·la·ge <-, -n> ΟΥΣ θηλ ΕΚΔ
Start·auf·la·ge ΟΥΣ θηλ kein πλ ΕΚΔ
Um·welt·auf·la·ge <-, -n> ΟΥΣ θηλ meist πλ ΝΟΜ
Welt·auf·la·ge ΟΥΣ θηλ
- Weltauflage einer Zeitung
-
Erst·auf·la·ge <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Ge·samt·auf·la·ge <-, -n> ΟΥΣ θηλ
- Gesamtauflage eines Buchs
-
- Gesamtauflage einer Zeitschrift, Zeitung
-
Schon·auf·la·ge ΟΥΣ θηλ
Teil·auf·lage <-, -n> ΟΥΣ θηλ ΕΚΔ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Auflage ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
nicht mit Auflagen verbundene Liquidität phrase ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.