Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
 
  
 στο λεξικό PONS
 
  
 solitude [sɔlityd] ΟΥΣ θηλ
1. solitude (isolement):
-  solitude
-  
2. solitude (tranquillité, lieu solitaire):
-  solitude
-  solitude
 
  
 solitude [sɔlityd] ΟΥΣ θηλ
1. solitude (isolement):
-  solitude
-  
2. solitude (tranquillité, lieu solitaire):
-  solitude
-  solitude
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
 
  
 