στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. sunshine [βρετ ˈsʌnʃʌɪn, αμερικ ˈsənˌʃaɪn] ΟΥΣ
1. sunshine:
II. sunshine [βρετ ˈsʌnʃʌɪn, αμερικ ˈsənˌʃaɪn] ΕΠΊΘ αμερικ
- sunshine ΓΡΑΦΕΙΟΚΡ, ΝΟΜ law, bill, clause
-
- sunshine interspersed with showers
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.