ill-prepared [βρετ, αμερικ] ΕΠΊΘ
I. prepared [βρετ prɪˈpɛːd, αμερικ prəˈpɛrd] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
prepared → prepare
II. prepared [βρετ prɪˈpɛːd, αμερικ prəˈpɛrd] ΕΠΊΘ
2. prepared (ready):
I. prepare [βρετ prɪˈpɛː, αμερικ prəˈpɛr] ΡΉΜΑ μεταβ (make ready, plan)
II. prepare [βρετ prɪˈpɛː, αμερικ prəˈpɛr] ΡΉΜΑ αμετάβ
malpreparato [malprepaˈrato] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.