στο λεξικό PONS
un·list·ed [ʌnˈlɪstɪd] ΕΠΊΘ αμετάβλ
1. unlisted ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ (not on stock market):
2. unlisted αμερικ, αυστραλ (not in phone book):
- unlisted
-
- unlisted securities market
-
- unlisted security
- Freiverkehrswert αρσ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
unlisted security ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- unlisted security
- Freiverkehrswert αρσ
- unlisted security
-
unlisted investment ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- unlisted investment
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.