nichtkotierte Wertpapiere ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- nichtkotierte Wertpapiere (Wertpapiere, die nicht an einer Börse zugelassen sind, z. B. Kassenobligationen)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.