στο λεξικό PONS
I. pro rata [ˌprə(ʊ)ˈrɑ:tə, αμερικ ˌproʊˈreɪt̬ə] ΕΠΊΘ αμετάβλ τυπικ
I. pro1 [prəʊ, αμερικ proʊ] οικ ΟΥΣ
II. pro1 [prəʊ, αμερικ proʊ] οικ ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ
-
- Profisport αρσ
II. pro2 [prəʊ, αμερικ proʊ] ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
pro rata account ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ
-
- Anteilskonto ουδ
pro rata consolidation ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ
pro rata amount ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ
-
- Anteilsbetrag αρσ
pro rata temporis phrase ΛΟΓΙΣΤ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.