Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: hops , holen , hold , hohl και Bowle

Bowle <-, -n> [ˈboːlə] SUBST θηλ

ποντς ουδ

hohl [hoːl] ΕΠΊΘ

1. hohl μτφ:

2. hohl μτφ (nichts sagend):

3. hohl ΦΥΣ (Spiegel, Linse):

I . holen [ˈhoːlən] VERB μεταβ

2. holen (Arzt, Polizei):

3. holen (wegschaffen):

hops! ΕΠΙΦΏΝ (beim Springen)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский