Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κενός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κεν|ός <-ή, -ό> [cɛˈnɔs] ΕΠΊΘ

1. κενός (άδειος):

κενός

2. κενός (θέση: εργασίας, στο εστιατόριο κτλ):

κενός

3. κενός μτφ (φράσεις):

κενός

4. κενός μτφ (υποσχέσεις):

κενός

Παραδειγματικές φράσεις με κενός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский