Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανάσα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανάσα [aˈnasa] SUBST θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με ανάσα

μου κόπηκε η ανάσα
με μια ανάσα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский