Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: tuner , tuer και buzzer

II . tuer [tɥe] ΡΉΜΑ αμετάβ

ιδιωτισμοί:

ça tue οικ
das ist [echt] ätzend οικ
ça tue οικ

III . tuer [tɥe] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

2. tuer (se donner la mort):

sich δοτ das Leben nehmen

3. tuer (se fatiguer):

se tuer à qc
se tuer au boulot οικ
sich totschuften οικ

tuner [tynœʀ] ΟΥΣ αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina