Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: causette , fauvette , assiette , amusette , chaussette και salopette

causette [kozɛt] ΟΥΣ θηλ

salopette [salɔpɛt] ΟΥΣ θηλ

chaussette [ʃosɛt] ΟΥΣ θηλ

1. chaussette (soquette):

Socke θηλ
Socken αρσ νοτιογερμ

2. chaussette (mi-bas):

Kniestrumpf αρσ

amusette [amyzɛt] ΟΥΣ θηλ Βέλγ οικ (personne frivole)

Luftikus αρσ χιουμ

fauvette [fovɛt] ΟΥΣ θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina