Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: flanelle , laquelle , flanquer και flagelle

laquelle

laquelle → lequel

Βλέπε και: lequel

I . lequel (laquelle) <lesquels, lesquelles> [ləkɛl, lakɛl, lekɛl] ΑΝΤΩΝ ερωτημ

II . lequel (laquelle) <lesquels, lesquelles> [ləkɛl, lakɛl, lekɛl] ΑΝΤΩΝ αναφορ

flanelle [flanɛl] ΟΥΣ θηλ

Flanell αρσ

flagelle [flaʒɛl] ΟΥΣ αρσ ΒΙΟΛ

Geißel θηλ

I . flanquer2 [flɑ͂ke] ΡΉΜΑ μεταβ οικ

2. flanquer (mettre):

jdn ins Heim stecken οικ

II . flanquer2 [flɑ͂ke] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα οικ

1. flanquer:

3. flanquer (tomber):

hinfliegen οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina