honour-bound στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για honour-bound στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Μεταφράσεις για honour-bound στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.obbligato [obbliˈɡato] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

obbligato → obbligare

1. obbligato (costretto):

honour-bound

Βλέπε και: obbligare

1. obbligare (costringere):

1. onore (dignità):

honour βρετ
honor αμερικ
to be honour-bound to do

2. onore (merito):

honour βρετ
honor αμερικ

3. onore (privilegio):

honour βρετ
honor αμερικ
to what do I owe this honour? also ειρων
what an honour! also ειρων

1. onori (onorificenze):

honours βρετ
honors αμερικ
rendere gli estremi onori a ΣΤΡΑΤ
to do the honours, to play host also χιουμ

honour-bound στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για honour-bound στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

honour-bound Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "honour-bound" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski