masc. στο Oxford Spanish Dictionary

Μεταφράσεις για masc. στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά

1.1. open (not shut or sealed):

2.1. open (not enclosed):

3.2. open (exposed, vulnerable):

5. open (unrestricted):

entrada θηλ libre
beca θηλ abierta
to sell sth open stock αμερικ

6.2. open (not decided):

7.1. open (receptive):

1.1. open:

4. open (begin):

1.1. open:

open-topped [ˌəʊpənˈtɑːpt, ˌəʊpənˈtɒpt], open-top [ˌəʊpənˈtɑːp, ˌəʊpənˈtɒp] ΕΠΊΘ

masc. στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για masc. στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

Μεταφράσεις για masc. στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

masc. Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

which pharmacy is open 24 hours? αμερικ

masc. Από το λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA Bock GmbH

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | 中文