d'accusé στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για d'accusé στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

I.accusé (accusée) [akyze] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

accusé → accuser

II.accusé (accusée) [akyze] ΕΠΊΘ (accentué)

III.accusé (accusée) [akyze] ΟΥΣ αρσ (θηλ) ΝΟΜ

Βλέπε και: accuser

2. accuser (rendre coupable):

2. accuser (rendre coupable):

Βλέπε και: rage

2. rage (fureur):

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για d'accusé στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
accuse ΝΟΜ
the accused ΝΟΜ (one)
l'accusé/-e αρσ/θηλ

d'accusé στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για d'accusé στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

I.accusé(e) [akyze] ΟΥΣ αρσ(θηλ) ΝΟΜ

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
summons πλ + ενικ ρήμα

Μεταφράσεις για d'accusé στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

d'accusé Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

summons πλ + ενικ ρήμα
Αμερικανικά Αγγλικά

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
On ne fera pas mon procès, parce qu'on sait que d'accusé, je deviendrai accusateur public.
fr.wikipedia.org
Le démarrage d'une opération aidée ne peut intervenir avant la réception du courrier d'accusé de réception de l’agence confirmant l’éligibilité de l'opération.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski