l'accuse στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για l'accuse στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

I.accusé (accusée) [akyze] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

accusé → accuser

II.accusé (accusée) [akyze] ΕΠΊΘ (accentué)

III.accusé (accusée) [akyze] ΟΥΣ αρσ (θηλ) ΝΟΜ

Βλέπε και: accuser

2. accuser (rendre coupable):

on l'accuse d'espionnage
tout l'accuse
son silence l'accuse

2. accuser (rendre coupable):

on l'accuse d'espionnage
tout l'accuse
son silence l'accuse

Βλέπε και: rage

2. rage (fureur):

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για l'accuse στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
accuse ΝΟΜ
the accused ΝΟΜ (one)
l'accusé/-e αρσ/θηλ

l'accuse στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για l'accuse στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

I.accusé(e) [akyze] ΟΥΣ αρσ(θηλ) ΝΟΜ

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
summons πλ + ενικ ρήμα

Μεταφράσεις για l'accuse στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

l'accuse Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

summons πλ + ενικ ρήμα
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski