Oxford Spanish Dictionary
orgulloso (orgullosa) ΕΠΊΘ
1. orgulloso [estar] (satisfecho):
- orgulloso (orgullosa)
-
2. orgulloso [ser] (soberbio):
- orgulloso (orgullosa)
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.