I. vor·züg·lich [fo:ɐ̯ˈtsy:glɪç] ΕΠΊΘ
II. vor·züg·lich [fo:ɐ̯ˈtsy:glɪç] ΕΠΊΡΡ
1. vorzüglich (hervorragend):
2. vorzüglich (hauptsächlich):
- vorzüglich
-
- vorzüglich
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.