I. grie·chisch-or·tho·dox [ˈgri:çɪʃʔɔrtoˈdɔks] ΕΠΊΘ ΘΡΗΣΚ
grie·chisch-rö·misch ΕΠΊΘ ΑΘΛ
Grie·chisch [ˈgri:çɪʃ] ΟΥΣ ουδ κλιν τύπος wie επίθ ΓΛΩΣΣ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.