στο λεξικό PONS
Ge·samt·ei·gen·tü·mer(in) <-s, -; -, -nen> ΟΥΣ αρσ(θηλ) ΝΟΜ
Ent·wick·lungs·hel·fer(in) <-s, -; -, -nen> ΟΥΣ αρσ(θηλ)
Pro·jekt·ent·wick·lung ΟΥΣ θηλ
Stadt·ent·wick·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Spät·ent·wick·ler(in) <-s, -> ΟΥΣ αρσ(θηλ) ΙΑΤΡ, ΨΥΧ
Wert·ent·wick·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ
Fort·ent·wick·lung <-, ohne pl> ΟΥΣ θηλ kein πλ
Markt·ent·wick·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Pro·dukt·ent·wick·lung <-, ohne pl> ΟΥΣ θηλ kein πλ ΟΙΚΟΝ
Rechts·ent·wick·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ ΝΟΜ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Deutsche Entwicklungs- und Investitionsgesellschaft ΟΥΣ θηλ ΚΡΆΤΟς
Wertentwicklung ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Projektentwicklung ΟΥΣ θηλ ΤΜΉΜ
Stadtentwicklung ΟΥΣ θηλ ΑΚΊΝ
Produktentwicklung ΟΥΣ θηλ ΤΜΉΜ
Ergebnisentwicklung ΟΥΣ θηλ CTRL
Entwicklungsbank ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Geschäftsentwicklung ΟΥΣ θηλ ΛΟΓΙΣΤ
Entwicklungsphase ΟΥΣ θηλ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Saldoentwicklung ΟΥΣ θηλ ΛΟΓΙΣΤ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Unfallentwicklung ΠΑΡΑΚΟΛ ΤΗς ΚΥΚΛΟΦ, ΟΔ ΑΣΦ, ΠΡΟΤΥΠΟΠ
Entwicklung
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
Wicklungsaufteilung
Wicklungsschutz
Statorwicklung
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.