στο λεξικό PONS
ein·tra·gungs·pflich·tig ΕΠΊΘ ΝΟΜ
- eintragungspflichtig in Grundbuch, Register
-
Ein·tra·gungs·hin·der·nis <-ses, -se> ΟΥΣ ουδ ΝΟΜ
ein·tra·gungs·fä·hig ΕΠΊΘ ΝΟΜ
Ein·tra·gungs·ge·bühr <-, -en> ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Ein·tra·gungs·num·mer <-, -n> ΟΥΣ θηλ
Ein·tra·gungs·buch <-(e)s, -bücher> ΟΥΣ ουδ
Ein·tra·gungs·ver·fah·ren ΟΥΣ ουδ ΝΟΜ
Re·gis·ter·ein·tra·gung ΟΥΣ θηλ ΝΟΜ
Mar·ken·ein·tra·gung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Übertragungskosten ΟΥΣ πλ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Sicherungsart ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Finanzierungsart ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Absicherungsart ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Zahlungsart ΟΥΣ θηλ ΕΠΕΞΕΡΓ ΣΥΝΑΛΛ
Deckungsart ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Ausführungsart ΟΥΣ θηλ ΑΚΊΝ
Lieferungsart ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Zuteilungseintrag ΟΥΣ αρσ ΛΟΓΙΣΤ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Übertragungsgeräte ΕΠΙΚΟΙΝ
Lastübertragung
Datenübertragung ΟΥΣ θηλ ΕΠΙΚΟΙΝ
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
schwingungsarm
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.