στο λεξικό PONS
Ak·ti·en·in·dex <-(es), -e> ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ
Deut·scher Ak·ti·en·in·dex® <-n -(es), ohne pl> ΟΥΣ αρσ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Aktienindex ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Welt-Aktienindex ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Aktienindex-Future ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
STOXX/EWU-Aktienindex ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.