datura [datyʀa] ΟΥΣ αρσ ΒΟΤ
-
- Stechapfel αρσ
I. nature [natyʀ] ΟΥΣ θηλ
2. nature (caractère):
3. nature ΤΈΧΝΗ:
-
- Stillleben ουδ
4. nature ΝΟΜ:
- nature d'une décision, d'un contrat
- Rechtsnatur θηλ
ιδιωτισμοί:
naufrage [nofʀaʒ] ΟΥΣ αρσ
I. naufragé(e) [nofʀaʒe] ΕΠΊΘ
II. naufragé(e) [nofʀaʒe] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
- naufragé(e)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.