στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
fluid assets [ˌfluːɪdˈæsets] ΟΥΣ npl αμερικ
-  
-  disponibilità θηλ
I. asset [βρετ ˈasɛt, αμερικ ˈæsɛt] ΟΥΣ
II. assets ΟΥΣ
assets npl (private):
I. fluid [βρετ ˈfluːɪd, αμερικ ˈfluɪd] ΕΠΊΘ
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- flue
- flue gas
- fluency
- fluent
- fluently
- fluid assets
- fluid capital
- fluidics
- fluidify
- fluidity
- fluidization
