Oxford Spanish Dictionary
meanwhile1 [αμερικ ˈminˌ(h)waɪl, βρετ ˈmiːnwʌɪl] ΕΠΊΡΡ
- meanwhile
-
meanwhile2 ΟΥΣ
meanwhile → meantime
meantime2 ΕΠΊΡΡ
meantime → meanwhile
meantime1 [αμερικ ˈminˌtaɪm, βρετ ˈmiːntʌɪm] ΟΥΣ
-
- meanwhile
-
- meanwhile
στο λεξικό PONS
-
- meanwhile
-
- meanwhile
-
- meanwhile
-
- meanwhile
-
- meanwhile
-
- meanwhile
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.