Oxford Spanish Dictionary
horror [αμερικ ˈhɔrər, βρετ ˈhɒrə] ΟΥΣ
1.1. horror U (emotion):
1.2. horror C (experience, event):
1.3. horror C (person, thing):
horror-struck [αμερικ ˈhɔrər ˌstrək, βρετ] ΕΠΊΘ
horror-stricken [ˈhɔːrərˌstrɪkən, ˈhɒrəˌstrɪkən] ΕΠΊΘ
horror-stricken → horror-struck
horror-struck [αμερικ ˈhɔrər ˌstrək, βρετ] ΕΠΊΘ
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.