Oxford Spanish Dictionary
I. build <παρελθ & μετ παρακειμ built> [αμερικ bɪld, βρετ bɪld] ΡΉΜΑ μεταβ
1. build (construct, make):
II. build <παρελθ & μετ παρακειμ built> [αμερικ bɪld, βρετ bɪld] ΡΉΜΑ αμετάβ
III. build [αμερικ bɪld, βρετ bɪld] ΟΥΣ
1. build C (body proportions):
2. build C Η/Υ (version of a program):
3. build U (construction):
-
- construcción θηλ
building [αμερικ ˈbɪldɪŋ, βρετ ˈbɪldɪŋ] ΟΥΣ
2. building (construction):
society <pl societies> [αμερικ səˈsaɪədi, βρετ səˈsʌɪɪti] ΟΥΣ
1.1. society U or C (community):
1.2. society U (fashionable elite):
2. society C (association, club):
στο λεξικό PONS
I. build [bɪld] built, built ΡΉΜΑ μεταβ
II. build [bɪld] built, built ΡΉΜΑ αμετάβ
III. build [bɪld] ΟΥΣ
-
- complexión θηλ
I. build <built, built> [bɪld] ΡΉΜΑ μεταβ
II. build <built, built> [bɪld] ΡΉΜΑ αμετάβ
III. build [bɪld] ΟΥΣ
-
- complexión θηλ
| I | build |
|---|---|
| you | build |
| he/she/it | builds |
| we | build |
| you | build |
| they | build |
| I | built |
|---|---|
| you | built |
| he/she/it | built |
| we | built |
| you | built |
| they | built |
| I | have | built |
|---|---|---|
| you | have | built |
| he/she/it | has | built |
| we | have | built |
| you | have | built |
| they | have | built |
| I | had | built |
|---|---|---|
| you | had | built |
| he/she/it | had | built |
| we | had | built |
| you | had | built |
| they | had | built |
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- bug-ridden
- build
- builder
- build in
- building
- building society
- build on
- build quality
- build up
- build-up
- buildup