Oxford Spanish Dictionary
communion [αμερικ kəˈmjunjən, βρετ kəˈmjuːnjən] ΟΥΣ
1.1. communion ΘΡΗΣΚ U (Eucharist):
holy <holier holiest> [αμερικ ˈhoʊli, βρετ ˈhəʊli] ΕΠΊΘ
1. holy (sacred, sanctified):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- holocaust
- Holocene
- hologram
- holograph
- holographic
- Holy Communion
- holy crap
- Holy Father
- Holy Ghost
- holy grail
- Holy Joe