στο λεξικό PONS
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
price taker ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
- price taker
- Preisnehmer αρσ
net taker ΟΥΣ ΚΡΆΤΟς
- net taker
- Nettoschuldner αρσ
risk taker ΟΥΣ ΑΣΦΆΛ
- risk taker
- Risikoträger αρσ
- risk taker
- Gefahrenträger αρσ
risk taker ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- risk taker
- Sicherungsnehmer αρσ
licensed deposit-taker ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
net taker of funds ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.