στο λεξικό PONS
multi·ˈlat·er·al ΕΠΊΘ αμετάβλ ΠΟΛΙΤ
- multilateral
- multilateral τυπικ
- multilateral netting
-
- multilateral
- multilateral
- multilaterales Clearingsystem ΧΡΗΜΑΤΟΠ
-
-
- multilateral
-
- multilateral trading
-
- multilateral
-
- multilateral agreement
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
multilateral trade negotiations ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
- multilateral trade negotiations
-
multilateral system of payments ΟΥΣ ΕΠΕΞΕΡΓ ΣΥΝΑΛΛ
multilateral exchange rate model ΟΥΣ ΚΡΆΤΟς
-
- MERM ουδ
Multilateral Investment Guarantee Agency ΟΥΣ ΥΠΕΡΚΡΑΤ ΟΡΓ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
multilateral aid ΟΥΣ
- multilateral aid
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
- multilateral netting