Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: groß , gros , grob , Groll , grollen και groggy

grob <gröber, gröbste> [groːp] ΕΠΊΘ

5. grob (Arbeit):

groggy [ˈgrɔgi] ΕΠΊΘ αμετάβλ οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский