Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: existent , Sexist , meiste , Leiste , Piste , Liste και Kiste

existent [ɛskɪsˈtɛnt] ΕΠΊΘ

Kiste <-, -n> [ˈkɪstə] SUBST θηλ

1. Kiste (Behälter):

2. Kiste (Pappkiste, Zigarrenkiste):

κουτί ουδ

3. Kiste (Transportkiste):

κασόνι ουδ

4. Kiste οικ oft μειωτ (Fahrzeug, Gerät):

5. Kiste οικ ιδιωμ (Sache):

Liste <-, -n> [ˈlɪstə] SUBST θηλ

2. Liste (Wahlliste):

Piste <-, -n> [ˈpɪstə] SUBST θηλ

Piste ΑΘΛ, ΑΕΡΟ
πίστα θηλ

Leiste <-, -n> [ˈlaɪstə] SUBST θηλ

1. Leiste (Holzleiste):

πήχης αρσ

2. Leiste (Zierleiste, an Kleidung):

3. Leiste ΑΝΑΤ:

Βλέπε και: viel

Sexist(in) <-en, -en> [sɛˈksɪst, zɛˈksɪst] SUBST αρσ(θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский