Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συντάσσω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συντά|σσω <-ξα, -χτηκα, -γμένος> [sinˈdasɔ] VERB μεταβ

1. συντάσσω (κείμενο):

συντάσσω

2. συντάσσω (συγκροτώ):

συντάσσω

Παραδειγματικές φράσεις με συντάσσω

συντάσσω/κάνω διαθήκη

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский